Ήταν κάποτε ένας φιλόδοξος νεαρός τόσο ικανός, ώστε θα μπορούσε να είχε μεγαλουργήσει. Είχε ό,τι χρειαζόταν για να γίνει το αδιαφιλονίκητο «αφεντικό» μιας γειτονιάς τόσο λαμπερής, που ούτε οι Άγγελοι δεν θέλουν να αποχωριστούν. Αν και προερχόταν από το ταπεινό Wisconsin, το Los Angeles και το Hollywood δεν δίστασαν να στρώσουν το κόκκινο χαλί της υποδοχής και να του απονείμουν το χρυσό κλειδί της πόλης, προκειμένου να εκμεταλλευτούν εμπορικά το πρόδηλο ταλέντο του. Είχε την ευφυΐα, το θράσος, την επιθυμία και πρωτίστως το όραμα να εκπληρώσει κάθε προσδοκία, αλλά απέτυχε. Έζησε την καλλιτεχνική εξαθλίωση και στις τελευταίες δεκαετίες της ζωής του έφτασε στο σημείο να προκαλεί θλίψη εξαιτίας των άστοχων επαγγελματικών επιλογών του και της γραφικής του εμφάνισης. Και όμως, ένα δημιούργημά του διάρκειας 119 λεπτών αρκούσε για να του δώσει μια ξεχωριστή θέση στο πάνθεον της κινηματογραφικής ιστορίας. Υπερβολές; Σίγουρα όχι, μιας και η ταινία Citizen Kane του Orson Welles θεωρείται δικαίως ως ένα από τους πολύτιμους «θησαυρούς» της έβδομης τέχνης. Η απώλεια της μητέρας του και η επακόλουθη ψυχολογική κατάρρευση του πατέρα του στέρησαν από τον μικρό Orson την αγαλλίαση της οικογενειακής θαλπωρής και τον ανάγκασε να ωριμάσει πρόωρα και να στηριχτεί από μικρή ηλικία στις δικές του δυνάμεις. Όπερ και εγένετο. Οπλισμένος με την αυτοπεποίθηση μιας ιδιοφυίας, ο Orson Welles δεν άργησε να καθιερωθεί ως ένας αξιόλογος ηθοποιός και να κερδίσει τις εντυπώσεις ως ένας ραδιοφωνικός παραγωγός με ανατρεπτικές ιδέες.
Στο πλαίσιο μιας ραδιοφωνικής εκπομπής, όπου αυτός και ο θίασός του (Mercury Theater) παρουσίαζαν θεατρικά έργα και μυθιστορήματα ειδικά διασκευασμένα για το ραδιόφωνο, ο 23χρονος τότε Welles αποφάσισε να ασχοληθεί με το κλασσικό «Πόλεμος των Κόσμων» του G.H. Wells. Ήταν 30 Οκτωβρίου του 1938, όταν ο Welles διέκόψε την κανονική ροή του προγράμματος για να μεταδώσει ένα «έκτακτο δελτίο ειδήσεων», στο οποίο περιέγραψε σε απευθείας μετάδοση την εισβολή Αρειανών στο Νιού Τζέρσι των Η.Π.Α. Οι ακροατές παραπλανήθηκαν σε τέτοιο βαθμό από την πειστική μεταφορά του μυθιστορήματος, ώστε οι περισσότεροι νόμισαν πως ήταν σε εξέλιξη πραγματική εισβολή εξωγήινων. Ο πανικός που προκλήθηκε στις βορειοανατολικές πολιτείες της χώρας δεν είχε προηγούμενο.
Αυτό το περιστατικό χάρισε στον ίδιο μεγάλη δημοσιότητα και του άνοιξε διάπλατα τις πύλες του Hollywood. Σύντομα ο Welles υπέγραψε ένα μυθικό συμβόλαιο με την RKO Radio Pictures για την παραγωγή τριών ταινιών και δη έχοντας απόλυτη καλλιτεχνική ελευθερία. Το γεγονός ότι ο νεαρός ηθοποιός είχε σκηνοθετήσει μόνο δυο μικρού μήκους ταινίες ελάχιστα απασχόλησε τους ιθύνοντες της RKO, οι οποίοι στήριζαν πάνω του τις ελπίδες τους για ένα άκρως προσοδοφόρο μέλλον. Με ένα ολόκληρο στούντιο υπό τις προσταγές του Welles, oι βάσεις για την δημιουργία μιας ταινίας που έμελλε να εκτιμηθεί όσο λίγες είχαν ήδη τεθεί.
Ο Πολίτης του 26χρονου Welles, ο οποίος συμμετείχε στην ταινία ως πρωταγωνιστής, σκηνοθέτης, σεναριογράφος -υπό την πολύτιμη καθοδήγηση του Mankiewicz- και παραγωγός, έκανε την εμφάνισή του στις αμερικανικές αίθουσες την Πρωτομαγιά του 1941. Το κόστος της ταινίας δεν έφτασε σε δυσθεώρητα για την εποχή ύψη -δεν ξεπέρασε τα 686.000 δολάρια- εν τούτοις η πορεία του κινηματογραφικού Charles Foster Kane στο Box Office αποδείχτηκε βραχύβια., μοναχική…Και αυτό γιατί αντιμετώπισε τη μήνι του μεγιστάνα των ΜΜΕ William Rundolph Hearst, ο οποίος την μποϊκοτάρισε με κάθε θεμιτό και αθέμιτο μέσο επειδή θεώρησε ότι ο Kane ήταν βασισμένος στη ζωή του. Μάλιστα, ήταν τόσο έντονο το αρνητικό κλίμα που είχε δημιουργηθεί εις βάρος του Citizen Kane ώστε, κατά την απονομή των βραβείων Όσκαρ εκείνης της χρονιάς, οι παρευρισκόμενοι αποδοκίμαζαν την ταινία σε κάθε ευκαιρία.
Πάντως, η μετάλλαξη του Welles -ένεκα…περίοπτης θέσης στη μαύρη λίστα του Hearst- από επίδοξο πρώτο πολίτη του Hollywood σε δακτυλοδεικτούμενο παρία, ουδόλως μειώνει την αξία της ταινίας και του δημιουργού της. Άλλωστε, το Citizen Kane μπορεί να επιβραβεύτηκε από τον…θείο Όσκαρ μονάχα για το σενάριο του, όμως υπάρχουν πολλοί περισσότεροι λόγοι για τους οποίους οι διαπρεπείς κριτικοί του φημισμένου περιοδικού Sight and Sound το ανακηρύσσουν εδώ και τέσσερις συναπτές δεκαετίες (από το 1962 και κάθε δέκα χρόνια) το σπουδαιότερο έργο που έχει ποτέ γυριστεί.
Πέραν της επιβλητικής μουσικής σύνθεσης του μετέπειτα στενού συνεργάτη του Hitchcock, Bernard Herrmann, και των αξιόλογων ερμηνειών του Welles και των υπολοίπων μελών του Mercury Theater που συμμετείχαν στην ταινία, βλέποντας κανείς το Citizen Kane δεν μπορεί παρά να εντυπωσιαστεί από το άρτιο οπτικό αποτέλεσμα. Έχοντας εξασφαλίσει την συνεργασία του θρυλικού Gregg Toland, ενός ικανότατου φωτογράφου, ο οποίος είχε πειραματιστεί εκτεταμένα με φακούς και φωτισμούς και είχε γίνει εξπέρ στην εφαρμογή των πλάνων «βαθιάς εστίασης», ο Orson Welles αποφάσισε να εκμεταλλευτεί στο έπακρο τις δυνατότητες της συγκεκριμένης τεχνικής και να ελαχιστοποιήσει τα μονταρισμένα πλάνα. Σε συνδυασμό με την εξαιρετική χρήση του ήχου, απόρροια της εμπειρίας που είχε αποκομίσει ο Welles στο ραδιόφωνο, οι μακρές, αμοντάριστες σκηνές προσέδωσαν στο Citizen Kane ένα έντονο στοιχείο ποιητικού ρεαλισμού που παρέπεμπε περισσότερο στο θέατρο ή στην ίδια τη ζωή. Σύμφωνα με τον Andre Bazin, φημισμένο κριτικό κινηματογράφου και αφοσιωμένο μελετητή της δουλειάς του μεγαλοφυούς σκηνοθέτη, «συχνά η κάμερα αρνιόταν πεισματικά να μας καθοδηγήσει και να επιβεβαιώσει την υποψία μας ότι έπρεπε να εστιάσουμε ως θεατές στο τάδε γεγονός ή στον δείνα χαρακτήρα».
Αναμφίβολα αυτή η ενδιαφέρουσα ιδιαιτερότητα του Citizen Kane καθιστούσε το έργο κάπως ελιτίστικο, διότι απαιτούσε την προσήλωση του θεατή προκειμένου να γίνει κατανοητό. Η παράμετρος της εμπορικότητας, όμως, ελάχιστα απασχολούσε τον Welles, ο οποίος δεν ήθελε να παρουσιάσει κάτι συμβατικό αλλά να διοχετεύσει όλη τη δημιουργικότητα του στην παραγωγή μιας πρωτοποριακής ταινίας που θα έγραφε ιστορία. Και εν τέλει το κατάφερε, μιας και το σκηνοθετικό ντεμπούτο του Welles αποτελεί πηγή έμπνευσης για κάθε κινηματογραφιστή και διδάσκεται-αναλύεται εδώ και χρόνια ακόμα και σε πανεπιστημιακό επίπεδο.
Ο Orson Welles δεν κατάφερε να αντιπαρέλθει την κόντρα του με τον Hearst και δεν του δόθηκε ποτέ ξανά η ευκαιρία να δημιουργήσει μια ταινία έχοντας στη διάθεσή του έναν ικανοποιητικό προϋπολογισμό και τον απόλυτο έλεγχο της παραγωγής. Η καριέρα του πήρε την κατιούσα και ο Welles αναλώθηκε σε μάταιες απόπειρες εξασφάλισης οικονομικών πόρων με την ελπίδα πώς κάποτε θα εκπλήρωνε μερικά από τα κινηματογραφικά του όνειρα. Η παρουσία του σε ταινίες αμφιβόλου ποιότητας, αδιάφορες τηλεοπτικές σειρές και φαιδρές διαφημίσεις έφθειρε την ήδη λαβωμένη εικόνα του και τον βύθισε στην απόλυτη καλλιτεχνική παρακμή. Μολαταύτα, αν και για τον ίδιο η αυλαία της ζωής έπεσε πριν από 23 χρόνια, το Citizen Kane παραμένει, για πολλούς, η Βίβλος του κινηματογράφου και ο αινιγματικός κύριος Kane θα συνεχίσει να συχνάζει στο Rick’s Café παρέα με τον Vito Corleone, τον Travis Bickle, τον Alex Delarge, την Scarlet O’Hara, τον Norman Bates και άλλους εκφραστές του κινηματογραφικού ονείρου.
No comments:
Post a Comment